Το φαινόμενο της αντιγραφής στις εξετάσεις στα Πανεπιστήμια είναι ένα διεθνές φαινόμενο, το οποίο αναπτύσσεται περισσότερο τα τελευταία χρόνια λόγω και της χρήσης των νέων τεχνολογιών, αλλά και της εμπορευματοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στο διαδίκτυο υπάρχουν πολλές αναφορές αντιγραφής στα Πανεπιστήμια της Αγγλίας και της Αμερικής, αλλά και πληθώρα οδηγιών για το «πώς να αντιγράψεις έξυπνα».
Η πρακτική της αντιγραφής στις γραπτές εξετάσεις δυστυχώς ευδοκιμεί και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (Π.Κ.), αν και αυτό συγκαταλέγεται συνεχώς ανάμεσα στα 150 καλύτερα νέα πανεπιστήμια διεθνώς. Ο Εσωτερικός Κανονισμός του Π.Κ. (2000) θεωρεί την «προσχεδιασµένη αντιγραφή, την πλαστογραφία και την πλαστοπροσωπία» πειθαρχικά παραπτώματα και προβλέπει ανώτατη επιβαλλόμενη κύρωση τον αποκλεισµό από δύο εξεταστικές περιόδους, µετά από σχετική απόφαση της Συγκλήτου.
Η έρευνα διεξήχθη ηλεκτρονικά από τον Απρίλιο του 2015 έως και τον Οκτώβριο του 2016 μέσω της ιστοσελίδας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης (www.soc.uoc.gr). Στο αναλυτικό ερωτηματολόγιο απάντησαν ανώνυμα πάνω από 400 φοιτητές, αλλά πλήρως 386 φοιτητές, (εκ των οποίων 235 φοιτήτριες (62,1%) και 151 φοιτητές (48,3%), με την πλειονότητα να προέρχεται από τις σχολές κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών του Π.Κ. στο Ρέθυμνο.
Σημαντικό στοιχείο στην έρευνά μας θεωρούμε τα σχόλια με τα οποία οι φοιτητές-τριες αιτιολογούν την παραβατική αυτή πρακτική. Ο τελικός μας στόχος δεν ήταν να καταλήξουμε σε κάποια ηθικολογικά συμπεράσματα, αλλά να προκαλέσουμε έναν γόνιμο προβληματισμό σε διδάσκοντες και διδασκόμενους για την όλη εξεταστική διαδικασία στο Πανεπιστήμιο.
Συνοπτικά τα ευρήματα της έρευνας είναι τα εξής:
1. Κατά τη γνώμη της πλειονότητας που μας απάντησε (78%), φοιτητές και φοιτήτριες αντιγράφουν σε ίδιο ποσοστό, και γι' αυτό όταν αναφερόμαστε στους φοιτητές εννοούμε και τις φοιτήτριες.
2. Σχεδόν για όλους (99,2%) η αντιγραφή είναι μια συνήθης και πολύ διαδεδομένη πρακτική στο Πανεπιστήμιο, που μάλιστα γίνεται για το 57,5% σε ορισμένα τμήματα σε μεγάλη κλίμακα. Τη λυπηρή αυτή διαπίστωση ενισχύουν και τα εξής: H πλειονότητα (58,8%) παραδέχεται ότι έχει αντιγράψει στις εξετάσεις στο Γυμνάσιο/Λύκειο και σε ποσοστό 39,5% έχουν ήδη αντιγράψει στο Πανεπιστήμιο. Επίσης, το 89,6% δηλώνουν ότι έχουν αντιληφθεί να αντιγράφουν άλλοι συμφοιτητές τους.
3. Οι νέες τεχνολογίες και ιδίως τα κινητά τηλέφωνα έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται και στην Ελλάδα για την αντιγραφή, αλλά δεν έχουν ακόμη ξεπεράσει την κλασική πρακτική με το «σκονάκι» και δευτερευόντως την αντιγραφή από το γραπτό του διπλανού.
4. Η αντιγραφή των συμφοιτητών δεν ενοχλεί τους περισσότερους (56,9%), και συχνά όταν την αντιλαμβάνονται αδιαφορούν πλήρως και δεν διανοούνται να την καταγγείλουν (97%). Μάλιστα, το 26,4% θα αντέγραφαν και αυτοί αν μπορούσαν και θεωρούν συναδελφικά ηθικό και αλληλέγγυο να βοηθήσουν τον συμφοιτητή τους στις εξετάσεις αν μπορούν.
5. Την αδιάφορη αυτή στάση για ένα -όπως λένε- συνηθισμένο φαινόμενο κρατάει και η παρέα τους (53,6%), μεταθέτοντας την ευθύνη στους καθηγητές.
6. Κατά τη γνώμη τους γίνεται αντιγραφή κατά κύριο λόγο: α. επειδή κάποιοι-ες έχουν συνηθίσει να αντιγράφουν σε κάθε μάθημα, 28,4% β. επειδή οι αντιγραφείς δεν πιστεύουν ότι θα γίνουν αντιληπτοί-ές, 21,3% γ. όταν τα θέματα είναι πολύ δύσκολα 19,8%, δ. όταν υπάρχει χαλαρή επιτήρηση, 15,9%, ε. επειδή δεν επιβάλλονται κυρώσεις, 14,6%.
7. Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη πλειονότητα (81,7%) συμφωνεί να επιβάλλονται κυρώσεις στους αντιγραφείς, αλλά με ήπιες ποινές, π.χ. απλά να μηδενίζεται η κόλλα.
Ως πρόσθετοι ενδιαφέροντες λόγοι για τους οποίους γίνεται η αντιγραφή αναφέρονται: «Οταν το μάθημα και οι σπουδές δεν τους ενδιαφέρουν, παρά μόνο το “χαρτί”», «η (ψυχολογική) σιγουριά που προσφέρει ένα “σκονάκι”» και «οι οικονομικές δυσκολίες που τους πιέζουν να τελειώσουν».
Μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την αντιγραφή αποδίδουν στον καθηγητή/εξεταστή, ο οποίος «όταν είναι υπερβολικά αυστηρός βάζει δύσκολα θέματα και συνεχώς κόβει ώστε τα μαθήματά του “δεν περνιούνται” και τα χρωστάνε όλοι». Ετσι, ισχυρίζονται ότι «η αντιγραφή είναι και μορφή διαμαρτυρίας κυρίως στον αυταρχικό καθηγητή».
Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι η πλειονότητα (52,6%) θεωρεί πως η αντιγραφή αιτιολογείται επειδή οι περισσότεροι διδάσκοντες δεν τους βαθμολογούν αμερόληπτα και αντικειμενικά και το ότι το 68,3% έχει αντιληφθεί περιστατικά ευνοιοκρατίας/μεροληψίας στην αξιολόγηση των μαθημάτων.
Συνοπτικά, πιστεύουν ότι η αντιγραφή διαδίδεται επειδή «“δουλεύει”, αφού “περνιούνται” πάρα πολλά μαθήματα έτσι», και θα εξαλειφθεί με αυστηρή επιτήρηση και τιμωρίες, αλλά και με προφορικές εξετάσεις. Οχι όμως με καταγγελία από τους συμφοιτητές, η οποία θεωρείται απαράδεκτη και στιγματίζει τον καταγγέλλοντα.
Ενδεικτικά σχόλια:
●Ποιος ρουφιάνος θα επιλέξει να καταδώσει αυτόν που αντιγράφει;
●Αντιγράφω: μόνο σε μάθημα το οποίο μου είναι αδιάφορο […] ή όταν πρέπει να απομνημονεύσω τύπους.
●Λόγω της γενικότερης κουλτούρας εύκολης αντιγραφής που επικρατεί στο τμήμα μου.
●Επειδή τα Πανεπιστήμια έχουν γίνει πλέον εξεταστικά κέντρα και ο στόχος είναι να περάσεις και να πάρεις το «χαρτί».
●Ο λόγος που αντιγράφεις είναι ο ίδιος που φοροδιαφεύγεις, χρησιμοποιείς μέσον, αισχροκερδείς και γενικά με αθέμιτο τρόπο θέλεις να κερδίσεις ή και να αναδειχθείς.
●[Η αντιγραφή αντανακλά] συνδυασμό ευκολίας και ατιμωρησίας, αλλά και έλλειψη παιδείας από το σπίτι και το σχολείο.
●Είναι άδικο αυτοί που «ξεσκίζονται» να διαβάζουν να παίρνουν ίδιους βαθμούς με εκείνους που αντιγράφουν […] Βέβαια, πού υπάρχει απόλυτη δικαιοσύνη για να υπάρξει και στο Πανεπιστήμιο;
●Οι περισσότεροι συμφοιτητές που γνωρίζω να έχουν αντιγράψει το έχουν κάνει από απελπισία και είναι κυρίως φοιτητές επί πτυχίω, οι οποίοι δυσκολεύονταν ανέκαθεν στα μαθήματα και δεν μπορούν να τελειώσουν.
●Η αντιγραφή φοιτητών (και καθηγητών) θα καταργηθεί με πλήρη ανατροπή του εκπαιδευτικού συστήματος σε όλες τις βαθμίδες.
●Στο Π.Κ. είναι θετικό που υπάρχει και ο θεσμός του «Συνηγόρου του Φοιτητή», που πρέπει όμως να γίνει πιο λειτουργικός […] με σκοπό να μας προστατεύει από την αυθαιρεσία και τον αυταρχισμό κάποιων καθηγητών…
■ Επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας ήταν ο καθηγητής του Τμήματος Κοινωνιολογίας, Μηνάς Σαματάς, και την επεξεργασία των δεδομένων έκανε ο Περικλής Δράκος, μέλος του ΕΔΙΠ του Οικονομικού Τμήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου