Η διδασκαλία προϋποθέτει πάντα μια μέθοδο. Δε διδάσκει κανείς την
αταξία· διδάσκει την τάξη και, φυσικά, η διδακτική τάξη προϋποθέτει τη
μέθοδο, δηλαδή τον οργανωμένο τρόπο αναζήτησης, ανακάλυψης, προσέγγισης
και κατάκτησης της γνώσης.
Κάποιες φορές δημιουργείται ένας περίεργος διδακτικός οίστρος.
Θεοποιείται μια μέθοδος διδασκαλίας, δηλαδή υπερλατρεύεται ως ένα είδος
διδακτικής πανάκειας, που λύνει όλα τα προβλήματα, και τότε
δημιουργείται μια κατάσταση συρμού, ομαδικής παράκρουσης και διδακτικής
μόδας. Σε τέτοιες καταστάσεις κυριαρχεί, ως πρυτανεύουσα, μία και μόνη
μέθοδος. Τότε είναι που ενεδρεύουν κάποιοι κίνδυνοι.
Τους καταγράφουμε
συνοπτικά: ομογενοποιείται η διδασκαλία και αρχίζει να επικρατεί ένα
είδος μεθοδολογικής και διδακτικής μονομέρειας. Χάνονται δύο πράγματα: η
εναλλαγή των διδακτικών μεθόδων και ο διδακτικός πολυτροπισμός που
αποτρέπει την τυποποίηση.Κάποτε – δεκαετία του ’70 – θεοποιήθηκαν, ως διδακτέα ύλη, τα σύνολα. Η εκπαιδευτική κοινότητα έφτασε σ’ ένα επίπεδο λατρευτικής παράκρουσης. Τα τελευταία χρόνια ο μικρός ή ο μεγάλος θεός στην εκπαίδευση είναι οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ).
Παράλληλα, κυριάρχησαν – πάντα στο χώρο της εκπαίδευσης – η ομαδοσυνεργατική μορφή διδασκαλίας και η λεγόμενη μέθοδος project. Αυτονόητο ότι ούτε στη διδακτική ομαδοσυνεργατικότητα ούτε στην αναζήτηση της γνώσης με τη μέθοδο project προσγράφεται κάτι το αρνητικό. Το αντίθετο μάλιστα.
Δημιουργούνται, όμως, κάποιες εύλογες απορίες ή και ερωτηματικά. Καταρχήν, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η μέθοδος project προϋποθέτει την ομαδοσυνεργατικότητα, δηλαδή την κατανομή της τάξης σε ισομελείς ομάδες συν–εργασίας, συν–έρευνας και συν–ανακάλυψης της γνώσης. Επομένως, προβάλλει ως ισχυρό προαπαιτούμενο η συνύπαρξη στην τάξη μαθητών που έχουν τη συνεργατική προδιάθεση και, παράλληλα, είναι εξοικειωμένοι με τους κανόνες της μικρο–έρευνας και της αναζήτησης της γνώσης. Τι γίνεται, όμως, όταν οι μαθητές, για ποικίλους λόγους, δε διαθέτουν αυτά τα δύο προαπαιτούμενα;
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η μέθοδος project ανατρέπει παγιωμένους ρόλους: ο διδάσκων δε λειτουργεί πλέον ως μοναδικός χορηγός και πηγή γνώσεων. Ο ρόλος, όχι βέβαια της προσφοράς, αλλά της αναζήτησης της γνώσης, μετακινείται από το δάσκαλο σε ομάδες μαθητών. Για να ουσιαστικοποιηθεί όμως μια τέτοια μετακίνηση γνωστικής αναζήτησης, πρέπει και πάλι να συλλειτουργήσουν κάποιοι όροι και κάποιες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα:
α) Χρειάζεται να υπάρχουν τα εργαλεία για να τελεσφορήσει η έρευνα – αναζήτηση της γνώσης (= υπολογιστές, βιβλιοθήκες, ψηφιακό υλικό κλπ.). Διαφορετικά, δεν μπορεί να λειτουργήσουν τα λεγόμενα ερευνητικά πεδία.
β) Προαπαιτείται, ακόμη, να προσδιορισθούν με ακρίβεια τα διαδικτυακά και τα βιβλιογραφικά πεδία έρευνας, για να μη χαθούν οι μαθητές στο χαοτικό κόσμο της ψηφιακής και της έντυπης βιβλιογραφίας.
γ) Τέλος, οι συνεργαζόμενοι ως ερευνητική ομάδα μαθητές πρέπει να έχουν ξεπεράσει το σύνδρομο της αντιγραφικής ευκολίας και του λογο–κτόνου copy paste.
Πού επιδιώκω να καταλήξω; Στο απλό και το αυτονόητο: πρώτα εξασφαλίζω όλα τα προαπαιτούμενα, όπως καταγράφηκαν στα προαναφερόμενα, και μετά εισάγω, δοκιμάζω και εφαρμόζω μια μέθοδο και, εν προκειμένω, τη μέθοδο project. Η μέθοδος δε συνιστά αυτόματο διδακτικό πιλότο. Κάποιος τη χειρίζεται και την κατευθύνει στηριγμένος σε προϋποθέσεις και εργαλεία. Διαφορετικά, η κάθε μέθοδος και ιδιαίτερα αυτή του project, ως ιδιαίτερα απαιτητική, «λειτουργεί» εν κενώ, δηλαδή αναποτελεσματικά.
ΝΠ, 12/11/2012
Πηγή:http://psifiakesergasies.wordpress.com/tag/%CE%BC%CE%B5%CE%B8%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου